συνύπαρξις

συνύπαρξις
συνύπαρξις
coexistence
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • συνυπάρξει — συνύπαρξις coexistence fem nom/voc/acc dual (attic epic) συνυπάρξεϊ , συνύπαρξις coexistence fem dat sg (epic) συνύπαρξις coexistence fem dat sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνύπαρξιν — συνύπαρξις coexistence fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνύπαρξη — η / συνύπαρξις, άρξεως ΝΜΑ [συνυπάρχω] ταυτόχρονη ύπαρξη δύο ή περισσότερων προσώπων ή πραγμάτων νεοελλ. 1. (φιλοσ.) η ταυτόχρονη παρουσία πολλών αντικειμένων, διαδικασιών, φαινομένων τής αντικειμενικής πραγματικότητας χωρίς να είναι καθορισμένο… …   Dictionary of Greek

  • ԳՈՅԱԿՑՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0569 Chronological Sequence: Unknown date, 9c գ. συνύπαρξις coexistentia Գոյակիցն գոլ որո՛վ եւ է օրինակաւ. (շփոթի ʼի գրչաց եւ ընդ Գոյացութիւն.) *(Դիք հեթանոսաց) մեկնեալք են ըստ գոյակցութեանցն. Ճ. ՟Ա.: *Յամենայն տարրական գոյակցութիւնս. Ճ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • συνυπάρξεως — συνυπάρξεω̆ς , συνύπαρξις coexistence fem gen sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνυπάρξῃ — συνυπάρξηι , συνύπαρξις coexistence fem dat sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”